Αποζημίωση από τροχαίο ατύχημα (α. 297, 298, 299, 330, 914 και 932 Α.Κ., 614 αρ. 6 ΚΠολΔ):
Κατά την ειδική διαδικασία του άρθρου 614 αρ. 6 του ΚΠολΔ δικάζονται οι διαφορές που αφορούν απαιτήσεις αποζημίωσης οποιασδήποτε μορφής για ζημίες που έχουν προκληθεί από αυτοκίνητο μεταξύ των δικαιούχων ή των διαδόχων τους και εκείνων που έχουν υποχρέωση να καταβάλουν αποζημίωση ή των διαδόχων τους, όπως και απαιτήσεις από σύμβαση ασφάλισης αυτοκινήτου μεταξύ των ασφαλιστικών εταιριών και των ασφαλισμένων ή των διαδόχων τους.
Από τη διατύπωση του άρθρου αυτού συνάγεται ότι για την εφαρμογή του απαιτείται (α) πρόκληση ζημίας, (β) η ζημία να έχει προκληθεί από αυτοκίνητο και (γ) η ζημία να έχει ως αίτιο το αυτοκίνητο, δηλαδή να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της ζημίας και της χρήσης του αυτοκινήτου, και να μην προέρχεται από άλλη πηγή, έστω και αν αφορά αυτοκίνητο.
Οι διαφορές της ειδικής διαδικασίας του άρθρου 614 αρ. 6 του ΚΠολΔ προϋποθέτουν ορισμένη ιδιότητα των διαδίκων, και συγκεκριμένα ο εναγόμενος θα πρέπει να έχει την ιδιότητα είτε του οδηγού, είτε του ιδιοκτήτη ή του προστήσαντος τον οδηγό στην οδήγηση του ζημιογόνου αυτοκινήτου, και όχι τρίτου άσχετου με το ζημιογόνο αυτοκίνητο.
Άρθρο 614 – Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας
Από τις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 299, 330, 914 και 932 του ΑΚ προκύπτει ότι, η αδικοπρακτική ευθύνη προς αποζημίωση ή/και προς ικανοποίηση της ηθικής βλάβης ή της ψυχικής οδύνης προϋποθέτει: α) συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια, β) επέλευση περιουσιακής ζημίας ή (και) ηθικής βλάβης και γ) ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συμπεριφοράς του δράστη και της, περιουσιακού ή μη χαρακτήρα, ζημίας.
Δείτε εδώ τις σχετικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα:
Άρθρο 297 – Αστικός Κώδικας – Διαφέρον
Άρθρο 299 – Αστικός Κώδικας – Ζημία μη περιουσιακή
Άρθρο 330 – Αστικός Κώδικας – Ευθύνη λόγω πταίσματος
Άρθρο 914 – Αστικός Κώδικας – Έννοια | Νομοθεσία
Άρθρο 932 – Αστικός Κώδικας – Ικανοποίηση της ηθικής …
Για την κατάφαση της παρανομίας δεν απαιτείται οπωσδήποτε παράβαση συγκεκριμένου κανόνα δικαίου, αλλά αρκεί και η αντίθεση της συμπεριφοράς στο γενικότερο πνεύμα του δικαίου ή στις επιταγές της έννομης τάξης.
Έτσι, παρανομία συνιστά και η παράβαση της γενικής υποχρέωσης πρόνοιας και ασφάλειας στο πλαίσιο της συναλλακτικής και γενικότερα της κοινωνικής δραστηριότητας των ατόμων, δηλαδή η παράβαση της κοινωνικώς επιβεβλημένης και εκ της θεμελιώδους δικαιϊκής αρχής της συνεπούς συμπεριφοράς απορρέουσας υποχρέωσης για τη λήψη ορισμένων μέτρων επιμέλειας, για την αποφυγή πρόκλησης ζημίας σε έννομα αγαθά τρίτων προσώπων.
Αμέλεια, ως μορφή υπαιτιότητας, υπάρχει όταν, εξαιτίας της παράλειψης του υπαιτίου να καταβάλει την επιμέλεια, που αν κατέβαλε, με μέτρο τη συμπεριφορά του μέσου συνετού και επιμελούς εκπροσώπου του κύκλου δραστηριότητάς του, θα ήταν δυνατή η αποτροπή του ζημιογόνου αποτελέσματος, αυτός είτε δεν προέβλεψε την επέλευση του εν λόγω αποτελέσματος, είτε προέβλεψε μεν το ενδεχόμενο επέλευσής του, ήλπισε όμως ότι θα το αποφύγει.
Από τη διάταξη του άρθρου 930 παρ. 3 του ΑΚ συνάγεται ότι στην περίπτωση που, εξαιτίας του είδους και της σοβαρότητας του τραυματισμού του παθόντος, αυτός αδυνατεί να αυτοεξυπηρετηθεί και έχει ανάγκη πρόσληψης αποκλειστικής νοσοκόμου-οικιακής βοηθού, για τη φροντίδα και την εξυπηρέτησή του, έργο το οποίο αναλαμβάνει, με εντατικοποίηση των δυνάμεων του, συγγενικό ή φιλικό του πρόσωπο, το οποίο, με τις προς τον παθόντα υπηρεσίες του, καλύπτει την πιο πάνω ανάγκη πρόσληψης οικιακής βοηθού ή αποκλειστικής νοσοκόμου, θεμελιώνεται αξίωση αποζημίωσης του παθόντος κατά του υπόχρεου.
Τέτοια συγγενικά πρόσωπα, κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης, μπορεί να είναι και η σύζυγος, οι γονείς, τα πεθερικά ή άλλοι στενοί συγγενείς, αλλά και φιλικά πρόσωπα.
Συνεπώς, ο τραυματισθείς από αδικοπραξία τρίτου, ο οποίος δέχεται τις αναγκαίως αυξημένες περιποιήσεις και φροντίδες αυτών, προς αποκατάσταση της υγείας του, δικαιούται να απαιτήσει από τον υπόχρεο προς αποζημίωση, το ποσό που θα ήταν υποχρεωμένος να καταβάλει σε τρίτο πρόσωπο, που θα προσλάμβανε για το σκοπό αυτόν, έστω και αν στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν κατέβαλε κανένα ποσό στους πιο πάνω οικείους του, οι οποίοι με υπερένταση των δυνάμεών τους και σε βάρος άλλων ενασχολήσεών τους, ασχολούνται με τη φροντίδα για την αποκατάσταση της υγείας του παθόντος συγγενούς ή φίλου τους.
Περαιτέρω, από το άρθρο 932 ΑΚ προκύπτει ότι σκοπός της διάταξης είναι να επιτυγχάνεται μία υπό ευρεία έννοια αποκατάσταση του παθόντος για την ηθική του βλάβη λόγω της αδικοπραξίας, ώστε αυτός να απολαύει μία δίκαιη και επαρκή ανακούφιση και παρηγοριά, χωρίς από το άλλο μέρος να εμπορευματοποιείται η προσβληθείσα ηθική αξία και να επεκτείνεται υπέρμετρα το ύψος της αποζημίωσης για ηθική βλάβη, που δεν μπορεί να αποτιμηθεί επακριβώς σε χρήμα.
Με βάση τον σκοπό αυτόν αντλούνται, στη συνέχεια, ως ουσιώδη χαρακτηριστικά της έννοιας του “εύλογου” εκείνα τα στοιχεία, που αποτελούν τα πλέον πρόσφορα μέσα για την εκπλήρωση του σκοπού αυτού της διάταξης.
Τέτοια στοιχεία είναι κυρίως το είδος και η βαρύτητα της ηθικής προσβολής, η περιουσιακή, κοινωνική και προσωπική κατάσταση των μερών και κυρίως του παθόντος, η βαρύτητα του πταίσματος του δράστη (στον βαθμό, που επηρεάζει την ένταση της ηθικής βλάβης), η βαρύτητα του τυχόν συντρέχοντος πταίσματος του θύματος, οι όλες ειδικότερες συνθήκες πρόκλησης της ηθικής βλάβης.
Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, όσον αφορά στο ύψος της επιδικαστέας χρηματικής ικανοποίησης, αποφασίζεται (καταρχήν αναιρετικά ανέλεγκτα), με βάση τους ισχυρισμούς και τα αποδεικτικά στοιχεία, που θέτουν στη διάθεσή του οι διάδικοι. Επιβάλλεται, όμως, σε κάθε περίπτωση να τηρείται, κατά τον καθορισμό του επιδικαζόμενου ποσού, η αρχή της αναλογικότητας ως γενική νομική αρχή.
Και τούτο διότι μία απόφαση, με την οποία επιδικάζεται ένα ευτελές ή υπέρμετρα μεγάλο ποσό, ως δήθεν εύλογο, κατά την ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου, προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης ευτελίζει, στην πρώτη περίπτωση (όσον αφορά τον παθόντα) τον σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και στη δεύτερη (όσον αφορά τον υπόχρεο) το δικαίωμα της περιουσίας του, αφού το δικαστήριο επεμβαίνοντας στην διαφορά μεταξύ ιδιωτών πρέπει να τηρεί μια δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στα αντιτιθέμενα συμφέροντα με παράλληλη προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων.
Από τις διατάξεις των άρθρων 928 και 298 Α.Κ. προκύπτει ότι η αποζημίωση εκείνου που έπαθε παράνομη βλάβη της υγείας του ή του σώματός του περιλαμβάνει και τη μελλοντική ζημία αυτού.
Η μελλοντική περιουσιακή ζημία, την οποία υφίσταται ο παθών, δεν είναι μόνο αποθετική ή διαφυγόν κέρδος λόγω της ανικανότητάς του για εργασία με συνέπεια τον μερικό ή πλήρη περιορισμό των εισοδημάτων του αλλά μπορεί να είναι και μελλοντική θετική ζημία, όπως στην περίπτωση που ο παθών πρέπει να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση προς ολοκλήρωση της αποθεραπείας του (ιδιαίτερα στα κατάγματα και στην πλαστική χειρουργική αποκατάσταση του σώματός του).
Αποκαθίσταται δε η εν λόγω ζημία, εφόσον η επέλευσή της είναι βέβαιη και η έκτασή της μπορεί από τώρα να προσδιορισθεί, όχι όμως όταν είναι ενδεχομένη και υποθετική.
Την επιδίκαση της σχετικής δαπάνης μπορεί να ζητήσει ο παθών και πριν από την πραγματοποίησή της, ήδη αμέσως μετά την προσβολή του σώματος ή της υγείας του.
Κατά συνέπεια μπορεί να επιδιώξει ο παθών τη δαπάνη εκτέλεσης μίας επιβαλλόμενης κοσμητικής ή πλαστικής εγχείρησης, όπως είναι η διόρθωση ουλών στο πρόσωπο. Δεν απαιτείται η οπωσδήποτε εκτέλεση της εγχείρησης, αλλά αρκεί η πρόθεσή του να υποβληθεί σε μία τέτοια επέμβαση.
Ακόμα από το συνδυασμό των άρθρων 914, 297 και 298 του ΑΚ συνάγεται ότι εκείνος που υπαιτίως και παρανόμως καταστρέφει εντελώς ξένο πράγμα, υποχρεούται σε αποζημίωση του παθόντος και ειδικότερα του ιδιοκτήτη, ο οποίος δικαιούται να απαιτήσει την ανόρθωση της θετικής ζημίας του, αναγόμενης στην αντικειμενική αξία του πράγματος κατά το χρόνο της πρώτης ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου συζητήσεως της αγωγής, για το ορισμένο της οποίας αρκούν τα στοιχεία αυτά, εφόσον τα περιστατικά που προσδιορίζουν την αξία του πράγματος μπορούν να προκύπτουν και από τις αποδείξεις.
Ειδικότερα, η αντικειμενική αξία του καταστραφέντος πράγματος και εντεύθεν η θετική ζημία του παθόντος υπολογίζονται με βάση την κατάσταση που βρισκόταν το πράγμα κατά το χρόνο της καταστροφής και όχι ανάλογα με την δαπάνη, η οποία απαιτείται για την απόκτηση ή κατασκευή άλλου ομοίου πράγματος καινούργιου.
Σε περίπτωση τροχαίου ατυχήματος, μπορείτε να απευθυνθείτε στο εξειδικευμένο δικηγορικό μας γραφείο για τον άριστο και επιτυχή χειρισμό της σχετικής υπόθεσής σας σε επίπεδο τόσο αστικό (για διεκδίκηση αποζημίωσης, αμφισβήτηση ευθύνης κ.λ.π.) όσο και ποινικό αν αντιμετωπίζετε και ποινική κατηγορία ή επιθυμείτε την ποινική καταδίκη του υπαιτίου του τροχαίου ατυχήματος.
Ενδεικτικά μπορείτε να διαβάσετε αποφάσεις με θετική έκβαση, που δικαιώνουν τους εντολείς μας στο σχετικό σύνδεσμο των αποφάσεων του ιστότοπου του γραφείου μας.
Δείτε την απόφαση εδώ:
δεκτή απόφαση επί τροχαίου ατυχήματος
Σημειώνεται ότι βάσει του α. 82 παρ. 1 του Κώδικα Δικηγόρων (ν. 4194/2013) δεν επιτρέπεται στον δικηγόρο να παρέχει τις υπηρεσίες του χωρίς οικονομικό αντάλλαγμα. Απαντήσεις σε ερωτήματα νομικής φύσης παρέχονται μόνο κατόπιν ραντεβού.