Φθορά ψηφιακών δεδομένων (α. 379 Π.Κ.):
Τι είναι η φθορά ψηφιακών δεδομένων?
Το άρθρο 379 του Ποινικού Κώδικα θεσπίζει το έγκλημα της φθοράς ψηφιακών δεδομένων, ρυθμίζοντας την προστασία της ακεραιότητας και της λειτουργικότητας των ψηφιακών πληροφοριών. Πρόκειται για διάταξη που ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες της ψηφιακής εποχής και διασφαλίζει την τιμώρηση πράξεων που διαταράσσουν την ασφάλεια των δεδομένων.
Η διάταξη αποτελεί συμμόρφωση στα άρθρα 5 και 6 της Οδηγίας ΕΕ 2019/713.
Σύμφωνα με το άρθρο 379 Π.Κ.:
“1. Όποιος, χωρίς δικαίωμα, διαγράφει, καταστρέφει, αλλοιώνει ή αποκρύπτει ψηφιακά δεδομένα ενός συστήματος πληροφοριών, καθιστά ανέφικτη τη χρήση τους ή με οποιονδήποτε τρόπο αποκλείει την πρόσβαση στα δεδομένα αυτά τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο (2) έτη και χρηματική ποινή. Αν η ζημία που προκλήθηκε είναι ελαφρά, ο υπαίτιος τιμωρείται με χρηματική ποινή ή παροχή κοινωφελούς εργασίας.
2. Η πράξη της παρ. 1 τιμωρείται:
α) με φυλάκιση έως τρία (3) έτη και χρηματική ποινή, αν επλήγη μεγάλος αριθμός πληροφοριακών συστημάτων και η πράξη τελέστηκε με τη χρήση εργαλείου που έχει σχεδιαστεί κατά κύριο λόγο για τον σκοπό αυτόν,
β) με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηματική ποινή, αν προκάλεσε σοβαρές ζημίες και ιδίως μεγάλης έκτασης ή για μεγάλο χρονικό διάστημα διατάραξη των υπηρεσιών των συστημάτων πληροφοριών, οικονομική ζημία ιδιαίτερα μεγάλης αξίας ή σημαντική απώλεια δεδομένων, ή αν τελέστηκε κατά πληροφοριακών συστημάτων που αποτελούν μέρος υποδομής για την προμήθεια του πληθυσμού με ζωτικής σημασίας αγαθά ή υπηρεσίες.
Ως ζωτικής σημασίας αγαθά ή υπηρεσίες νοούνται ιδίως η εθνική άμυνα, η υγεία, οι συγκοινωνίες, οι μεταφορές και η ενέργεια.
3. Με φυλάκιση έως δύο (2) έτη και χρηματική ποινή τιμωρείται όποιος χωρίς δικαίωμα και με σκοπό τη διάπραξη του εγκλήματος της παρ. 1 κατασκευάζει, κατέχει, εισάγει ή διαθέτει:
α) συσκευές ή πληροφοριακά συστήματα, πρωτίστως σχεδιασμένα ή ειδικά προσαρμοσμένα για τον σκοπό της διάπραξης του εγκλήματος της παρ. 1 ή
β) συνθηματικά ή κωδικούς πρόσβασης ή άλλα παρεμφερή δεδομένα με τη χρήση των οποίων είναι δυνατόν να αποκτηθεί πρόσβαση στο σύνολο ή μέρος ενός πληροφοριακού συστήματος. Απαλλάσσεται από κάθε ποινή όποιος καταστρέφει με δική του θέληση τις παραπάνω συσκευές ή προγράμματα υπολογιστή ή δεδομένα πριν τα χρησιμοποιήσει για τη διάπραξη του εγκλήματος του προηγούμενου εδαφίου”.
Άρθρο 379 – Ποινικός Κώδικας (Νόμος 4619/2019)
Η διάταξη αυτή προστατεύει όχι μόνο τα δεδομένα ως άυλα αγαθά, αλλά και την εύρυθμη λειτουργία των πληροφοριακών συστημάτων.
Η φθορά ψηφιακών δεδομένων εντάσσεται στα εγκλήματα κατά της περιουσίας, δεδομένου ότι τα ψηφιακά δεδομένα διαθέτουν αξία ανάλογη με τα υλικά αγαθά.
Η ποινική δίωξη για το αδίκημα του άρθρου 379 Π.Κ. ασκείται αυτεπαγγέλτως.
Η εν λόγω διάταξη αποτελεί βασικό θεμέλιο για την προστασία των ψηφιακών δεδομένων και τη διατήρηση της εμπιστοσύνης στο ψηφιακό περιβάλλον, καθιστώντας σαφές ότι οι ψηφιακές πληροφορίες απολαμβάνουν ίδιας προστασίας με τα υλικά αγαθά στην ελληνική έννομη τάξη.
Στην Ελλάδα, οι ποινικώς κολάσιμες συμπεριφορές που βάλλουν κατά των πληροφοριακών συστημάτων και ψηφιακών δεδομένων, απαντώνται στις διατάξεις 370Β έως 370ΣΤ, 292Β έως 292Ε και 379 του νέου Ποινικού Κώδικα.
Η πληροφοριακή ασφάλεια αποτελεί σημαντική παράμετρο για τη νομοθεσία στον τομέα του ηλεκτρονικού εγκλήματος.
Ειδικά όσον αφορά την πολιτική της ΕΕ, τα πληροφοριακά συστήματα και η ασφάλειά τους αποτελούν αγαθό που πρέπει να διασφαλίζεται και να προστατεύεται με πολλαπλό τρόπο.
Η προστασία των πληροφοριακών συστημάτων και ψηφιακών δεδομένων επιτυγχάνεται όταν εξασφαλίζεται η προάσπιση του τριπτύχου: α) Εμπιστευτικότητα (confidentiality), β) Ακεραιότητα (integrity), γ) Διαθεσιμότητα (availability).
Απευθυνθείτε στο εξειδικευμένο στο Ποινικό Δίκαιο δικηγορικό μας γραφείο για να αναθέσετε σε ποινικολόγο του γραφείου μας τον επιτυχή και αποτελεσματικό χειρισμό της σχετικής ποινικής σας υπόθεσης και να λάβετε την κατάλληλη νομική καθοδήγηση.
Σημειώνεται ότι βάσει του α. 82 παρ. 1 του Κώδικα Δικηγόρων (ν. 4194/2013) δεν επιτρέπεται στον δικηγόρο να παρέχει τις υπηρεσίες του χωρίς οικονομικό αντάλλαγμα. Απαντήσεις σε ερωτήματα νομικής φύσης παρέχονται μόνο κατόπιν ραντεβού.