Υπηρεσιακά Εγκλήματα (α. 235 Π.Κ. – 236 Π.Κ., 259 Π.Κ., 252 Π.Κ., 239 Π.Κ.):
Ποια είναι τα υπηρεσιακά εγκλήματα;
Υπηρεσιακά εγκλήματα είναι:
α. Άρθρο 235 Π.Κ. – Δωροληψία υπαλλήλου
1. Υπάλληλος ο οποίος ζητεί ή λαμβάνει, άμεσα ή μέσω τρίτου, για τον εαυτό του ή για άλλον, οποιασδήποτε φύσης αθέμιτο ωφέλημα, ή αποδέχεται την υπόσχεση παροχής τέτοιου ωφελήματος, για ενέργεια ή παράλειψή του σε σχέση με την άσκηση των καθηκόντων του, μελλοντική ή ήδη τελειωμένη, τιμωρείται με φυλάκιση και χρηματική ποινή. Αν ο υπαίτιος τελεί την πράξη του προηγούμενου εδαφίου κατ’ επάγγελμα τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) ετών και χρηματική ποινή.
2. Αν η ως άνω ενέργεια ή παράλειψη του υπαιτίου αντίκειται στα καθήκοντα του, τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα (10) έτη και χρηματική ποινή. Αν ο υπαίτιος τελεί την πράξη του προηγούμενου εδαφίου κατ’ επάγγελμα τιμωρείται με κάθειρξη και χρηματική ποινή έως χίλιες (1.000) ημερήσιες μονάδες.
3. Υπάλληλος ο οποίος ζητεί ή λαμβάνει, για τον εαυτό του ή για άλλον, αθέμιτη παροχή περιουσιακής φύσης, επωφελούμενος από την ιδιότητά του, τιμωρείται με φυλάκιση, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη ποινική διάταξη.
4. Προϊστάμενοι υπηρεσιών ή επιθεωρητές ή πρόσωπα που έχουν την εξουσία λήψης αποφάσεων ή ελέγχου σε υπηρεσίες του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου τιμωρούνται με φυλάκιση έως τρία (3) έτη ή χρηματική ποινή, εφόσον η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη ποινική διάταξη, αν με παράβαση συγκεκριμένου υπηρεσιακού καθήκοντος δεν απέτρεψαν από αμέλεια πρόσωπο που τελεί υπό τις εντολές τους ή υπόκειται στον έλεγχό τους από την τέλεση πράξης των προηγούμενων παραγράφων.
5. Οι παρ. 1 και 2 εφαρμόζονται και όταν οι πράξεις τελούνται από λειτουργούς ή άλλους υπαλλήλους που απασχολούνται με οποιαδήποτε συμβατική σχέση σε: α) όργανο ή οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, β) κάθε δημόσιο διεθνή ή υπερεθνικό οργανισμό ή φορέα στον οποίο η Ελλάδα είναι μέλος, καθώς και από κάθε πρόσωπο, αποσπασμένο ή όχι, που εκτελεί καθήκοντα τα οποία αντιστοιχούν σε αυτά που εκτελούν οι λειτουργοί ή άλλοι υπάλληλοι, ακόμα κι αν οι πράξεις των περ. α΄ και β΄ δεν είναι αξιόποινες κατά τους νόμους της χώρας όπου τελέστηκαν.
Οι παρ. 1 και 2 εφαρμόζονται και όταν οι πράξεις τελούνται από υπάλληλο ξένης χώρας.
Άρθρο 235 – Ποινικός Κώδικας (Νόμος 4619/2019)
Η νέα διάταξη του άρθρου 235 ΠΚ, σε σχέση με την αντίστοιχη του προϊσχύσαντος ΠΚ, δεν διαφέρει ως προς τα απαιτούμενα για τη συγκρότηση του αδικήματος στοιχεία, είναι όμως ευμενέστερη ως προς την απειλούμενη ποινή, αφού, αντί της ποινής φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους και χρηματικής ποινής 5.000 έως 50.000 ευρώ, που προέβλεπε η προϊσχύσασα διάταξη, η προβλεπόμενη τώρα ποινή είναι φυλάκιση και χρηματική ποινή.
Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της δωροληψίας υπαλλήλου απαιτείται:
εκτός από την ιδιότητα του δράστη ως υπαλλήλου, κατά την έννοια των άρθρων 13 περίπτωση α’ του ΠΚ, η από μέρους αυτού του ίδιου ή δια μέσου άλλου απαίτηση ή αποδοχή ωφελημάτων, που δεν δικαιούται ή αποδοχή υπόσχεσης προς παροχή αυτών (ωφελημάτων) για ενέργεια ή παράλειψή του, μελλοντική ή ήδη τελειωμένη, που σχετίζεται με την άσκηση των καθηκόντων του, χωρίς να αντίκειται προς αυτά, όπως αυτά διαγράφονται ή προκύπτουν από το νόμο ή τους υπηρεσιακούς κανονισμούς ή τις διαταγές ή οδηγίες των προϊσταμένων του ή την υπηρεσιακή του σχέση ή τη φύση της υπηρεσίας του, είναι δε αδιάφορο, αν η ενέργεια ή παράλειψη του υπαλλήλου πραγματοποιήθηκε ή αν αυτός σκόπευε ειλικρινά να την πραγματώσει.
Ωφελήματα μπορεί να είναι κάθε χαριστική παροχή, υλικής ή μη φύσης, επί της οποίας ο δράστης υπάλληλος δεν έχει νόμιμη αξίωση.
Υποκειμενικώς, απαιτείται δόλος, δηλαδή γνώση του υπαλλήλου, ότι απαιτεί ή δέχεται τα ωφελήματα ή την υπόσχεση αυτών για ενέργεια ή παράλειψή του σχετιζόμενη με τα καθήκοντά του και θέληση αυτού να πράξει τούτο.
Πρόκειται για έγκλημα υπαλλακτικώς μικτό, υπό την έννοια, ότι οι περισσότεροι τρόποι πραγμάτωσής του, που κατά την άνω διάταξη είναι α) η απαίτηση ωφελήματος, β) η αποδοχή του και γ) η αποδοχή υπόσχεσης για την ενέργεια ή την παράλειψη, μπορούν να εναλλαχθούν και, σε περίπτωση συνδρομής περισσότερων τρόπων, πραγματώνεται ένα μόνον έγκλημα. (ΑΠ 450/2023, ΑΠ 135/2023, ΑΠ 8/2023, 123/2022, ΑΠ 718/2020, ΑΠ 748/2020).
β. Άρθρο 236 Π.Κ. – Δωροδοκία υπαλλήλου
1. Όποιος προσφέρει, υπόσχεται ή παρέχει σε υπάλληλο, άμεσα ή μέσω τρίτου, οποιασδήποτε φύσης αθέμιτο ωφέλημα, για τον εαυτό του ή για άλλον, για ενέργεια ή παράλειψη του υπαλλήλου σε σχέση με την άσκηση των καθηκόντων του, μελλοντική ή ήδη τελειωμένη, τιμωρείται με φυλάκιση.
2. Αν η ως άνω ενέργεια ή παράλειψη αντίκειται στα καθήκοντα του υπαλλήλου, ο υπαίτιος τιμωρείται με κάθειρξη έως οκτώ (8) έτη και χρηματική ποινή.
3. Διευθυντής επιχείρησης ή άλλο πρόσωπο που έχει την εξουσία λήψης αποφάσεων ή ελέγχου σε επιχείρηση τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο (2) έτη ή χρηματική ποινή, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα, αν με παραβίαση συγκεκριμένου καθήκοντος επιμέλειας, δεν απέτρεψε από αμέλεια πρόσωπο που τελεί υπό τις εντολές του ή υπόκειται στον έλεγχό του από την τέλεση προς όφελος της επιχείρησης πράξης των προηγούμενων παραγράφων.
4. Οι διατάξεις των παρ. 1, 2 και 3 εφαρμόζονται και όταν οι πράξεις τελούνται προς:
α) λειτουργούς ή άλλους υπαλλήλους με οποιαδήποτε συμβατική σχέση οργάνου ή οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχει την έδρα του στην Ελλάδα και κάθε δημόσιου διεθνούς ή υπερεθνικού οργανισμού ή φορέα στον οποίο η Ελλάδα είναι μέλος, καθώς και προς κάθε πρόσωπο, αποσπασμένο ή όχι, που εκτελεί καθήκοντα τα οποία αντιστοιχούν σε αυτά που εκτελούν οι λειτουργοί ή άλλοι υπάλληλοι ή
β) οποιοδήποτε πρόσωπο που ασκεί δημόσιο λειτούργημα ή υπηρεσία για ξένη χώρα. Στις περιπτώσεις αυτές οι ελληνικοί ποινικοί νόμοι εφαρμόζονται και όταν η πράξη τελείται στην αλλοδαπή από ημεδαπό, ακόμα κι αν δεν είναι αξιόποινη κατά τους νόμους της χώρας όπου τελέστηκε και για τη δίωξη του πλημμελήματος της παρ. 1 δεν απαιτείται η κατά το άρθρο 6 παρ. 3 έγκληση ή αίτηση.
Άρθρο 236 – Ποινικός Κώδικας (Νόμος 4619/2019)
Υπό την ισχύ του προϊσχύσαντα ΠΚ οι αναφερόμενοι στη διάταξη του άρθρου 263Α ιδιωτικοί υπάλληλοι εξομοιώνονται με τους δημόσιους υπαλλήλους και ο ποινικός κολασμός τους για τις πράξεις της ενεργητικής και της παθητικής δωροδοκίας προβλέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 235 και 236 του προϊσχύσαντα ΠΚ, οι οποίες καθόριζαν τον ορισμό τους και την επιβλητέα ποινή.
Για τους ιδιωτικούς υπαλλήλους που δεν αναφέρονται στο άρθρο 263Α του ΠΚ, το πρώτον από την 14-5-2007 προβλέπεται το αξιόποινο και ο ποινικός τους κολασμός για τις πράξεις της ενεργητικής και παθητικής δωροδοκίας με την προσθήκη του άρθρου 237Β του προϊσχύσαντα ΠΚ.
Μετά την 1-7-2019, υπό την ισχύ του νέου ΠΚ, έχει εισαχθεί, για την ενεργητική και παθητική δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα το άρθρο 396 του ΠΚ, στο οποίο πλέον περιλαμβάνονται όλοι οι ιδιωτικοί υπάλληλοι, δηλαδή οι αναφερόμενοι τόσο στο άρθρο 263Α όσο και στο άρθρο 237Β του προϊσχύσαντα ΠΚ.
Συνακόλουθα, οι αξιόποινες πράξεις της ενεργητικής και παθητικής δωροδοκίας των υπαλλήλων του άρθρου 263Α του προϊσχύσαντα ΠΚ δεν κατέστησαν ανέγκλητες, αφού τα εγκλήματα αυτά προβλέπονταν, ως προς τον ορισμό τους και την επιβλητέα ποινή τους, από τις διατάξεις των άρθρων 235 και 236 του προϊσχύσαντα ΠΚ και συνέχισαν να είναι αξιόποινες και μετά την 1-7-2019 κατά τη διάταξη του άρθρου 396 του νέου ΠΚ.
γ. Άρθρο 259 Π.Κ. – Παράβαση καθήκοντος
Υπάλληλος που με πρόθεση παραβαίνει τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή για να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν η πράξη αυτή δεν τιμωρείται με άλλη ποινική διάταξη.
Άρθρο 259 – Ποινικός Κώδικας – Παράβαση καθήκοντος
Το έγκλημα μπορεί να τελεστεί μόνο από πρόσωπο που έχει την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου, κατά την έννοια του άρθρου 13 στοιχ. α’ Π.Κ. (δηλαδή υπάλληλοι, δημόσιοι λειτουργοί, αστυνομικοί, στρατιωτικοί, δικαστικοί λειτουργοί κ.ά.).
Η παράβαση καθήκοντος, πέραν της ποινικής αντιμετώπισης, συνδέεται άμεσα και με ζητήματα διαφθοράς, κακοδιοίκησης και αξιοπιστίας των θεσμών. Επιπλέον, η αυστηρή ποινική αντιμετώπιση της παράβασης καθήκοντος λειτουργεί αποτρεπτικά και διασφαλίζει τη χρηστή διοίκηση προς όφελος του κοινωνικού συνόλου.
Με τη νέα διάταξη άρθρου 259 του ισχύοντος από 1-7-2019 ΠΚ, η οποία απαρτίζεται από τα ίδια αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία, το εν λόγω αδίκημα της παράβασης καθήκοντος τιμωρείται επιεικέστερα, αφού γι’ αυτό απειλείται διαζευκτικά η ίδια ποινή φυλάκισης ή χρηματική ποινή και, επομένως, τυγχάνει εφαρμοστέα στην προκείμενη περίπτωση, κατ’ άρθρο 2 ΠΚ.
Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι για να στοιχειοθετηθεί το έγκλημα της παράβασης καθήκοντος, δράστης του οποίου είναι υπάλληλος κατά την έννοια του άρθρου 13 περ. α’ ΠΚ, απαιτούνται οι εξής προϋποθέσεις:
α) παράβαση υπηρεσιακού καθήκοντος, το οποίο καθορίζεται με το νόμο ή με διοικητική πράξη, ή με ιδιαίτερες οδηγίες της προϊσταμένης αρχής ή ενυπάρχει στη φύση της υπηρεσίας του υπαλλήλου,
β) πρόθεση του δράστη, δηλαδή δόλος που περιέχει τη θέληση παράβασης του καθήκοντος της υπηρεσίας, και
γ) σκοπός να προσποριστεί στον ίδιο τον δράστη ή σε άλλον παράνομη υλική ή ηθική ωφέλεια ή να επέλθει βλάβη στο κράτος ή σε κάποιον άλλον.
Ως υπάλληλος, κατά το άρθρο 13 α’ ΠΚ, νοείται κάθε πρόσωπο, στο οποίο έχει ανατεθεί, έστω και προσωρινά, η άσκηση υπηρεσίας δημοσίου δικαίου.
Ο δόλος συνίσταται είτε στην θέληση, είτε στη γνώση και αποδοχή της παράβασης των υπηρεσιακών καθηκόντων (άμεσος ή ενδεχόμενος δόλος).
Σκοπός παράνομης ωφέλειας ή βλάβης υπάρχει όταν ο δράστης επιδιώκει με την παράβαση των υπηρεσιακών του καθηκόντων να επιφέρει την παράνομη ωφέλεια ή βλάβη και συγχρόνως όταν η υπηρεσιακή παράβαση είναι αντικειμενικά πρόσφορη να οδηγήσει στην ωφέλεια ή τη βλάβη με τον συγκεκριμένο τρόπο που σχεδιάστηκε και τελέστηκε από τον δράστη, ο οποίος πρέπει να γνωρίζει την εν λόγω προσφορότητα.
Τέτοια προσφορότητα υπάρχει όταν η ωφέλεια ή η βλάβη που επιδιώκει ο δράστης μπορεί να πραγματωθεί μόνο με την παράβαση του συγκεκριμένου καθήκοντος ή με την παράβαση αυτού. Ενώ, αν η παράβαση καθήκοντος έγινε για άλλον σκοπό ή με κανέναν σκοπό ή η ωφέλεια ή η βλάβη επέρχεται ως συμπτωματική συνέπεια της παράβασης, τότε το έγκλημα της παράβασης καθήκοντος δεν στοιχειοθετείται.
Τέτοιο δε παράνομο όφελος, κατά την έννοια του άρθρου 259 ΠΚ, είναι κάθε όφελος, το οποίο επιδιώκεται με παράβαση καθήκοντος πρόσφορη να οδηγήσει στην πραγμάτωσή του και το οποίο ως εκ τούτου θίγει την υπηρεσιακή χρηστότητα και καθαρότητα, έστω και αν αυτό δεν θεωρείται παράνομο (ΑΠ 1123/2020, ΑΠ 330/2019, ΑΠ 541/2017).
δ. Άρθρο 252 Π.Κ. – Παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου
1. Υπάλληλος που κατά παράβαση των καθηκόντων του γνωστοποιεί σε άλλον απόρρητα που του εμπιστεύτηκαν ή γνωρίζει λόγω της υπηρεσίας του, τιμωρείται με φυλάκιση και χρηματική ποινή. Η παράβαση αυτή τιμωρείται και αν τελέστηκε μετά την αποχώρηση του υπαλλήλου από την υπηρεσία.
2. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και εκείνος που χρησιμοποιεί το υπηρεσιακό απόρρητο εν γνώσει της προέλευσής του, με σκοπό να βλάψει το κράτος ή άλλον.
3. Το υπηρεσιακό απόρρητο κατά το άρθρο αυτό αφορά έγγραφα ή πληροφορίες που με νόμο ή απόφαση της αρμόδιας αρχής έχουν χαρακτηριστεί εμπιστευτικά.
Άρθρο 252 – Ποινικός Κώδικας (Νόμος 4619/2019)
Για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου, κατά την ευμενέστερη διάταξη του προϊσχύσαντος ΠΚ απαιτείται :
α) ιδιότητα υπαλλήλου κατά την έννοια του άρθρου 13 στοιχ. α’ του ΠΚ,
β) γνωστοποίηση σε πρόσωπο μη δικαιούμενο υπηρεσιακού απορρήτου που γνωρίζει ή του έχει εμπιστευτεί λόγω της υπηρεσίας του,
γ) κατά παράβαση των καθηκόντων του και
δ) τη γνώση ότι γνωστοποιείται απόρρητο γεγονός και την επιδίωξη να προσπορίσει στον εαυτό του ή σ’ άλλον όφελος ή να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλο.
ε. Άρθρο 239 Π.Κ.- Κατάχρηση Εξουσίας
Υπάλληλος στα καθήκοντα του οποίου ανάγεται η δίωξη ή η ανάκριση αξιόποινων πράξεων:
α) αν μεταχειρίστηκε παρανόμως εκβιαστικά μέσα για να πετύχει οποιαδήποτε έγγραφη ή προφορική κατάθεση κατηγορουμένου, μάρτυρα ή πραγματογνώμονα τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους, εφόσον η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα κατά τα άρθρα 137Α και 137Β·
β) αν εν γνώσει του εξέθεσε σε δίωξη ή τιμωρία κάποιον αθώο ή παρέλειψε να διώξει κάποιον υπαίτιο ή προκάλεσε την απαλλαγή του από την τιμωρία τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών.
Άρθρο 239 – Ποινικός Κώδικας – Κατάχρηση εξουσίας
Υποκείμενο του εγκλήματος της κατάχρησης εξουσίας, υπό τη μορφή της προκλήσεως “απαλλαγής” του υπαιτίου από την “τιμωρία”, μπορεί να είναι, όχι μόνον ο δικαιούμενος στην άσκηση ποινικής διώξεως (όπως όταν το έγκλημα τελείται υπό τη μορφή της παραλείψεως διώξεως), αλλά και κάθε (γενικός ή ειδικός) προανακριτικός υπάλληλος, στα καθήκοντα του οποίου ανάγεται η ανάκριση των αξιόποινων πράξεων, όπως είναι και ο αξιωματικός και υπαξιωματικός της αστυνομίας, ο οποίος είναι, κατά το άρ. 33 παρ. 1 ΚΠΔ, γενικός προανακριτικός υπάλληλος.
Υποκειμενικά απαιτείται άμεσος δόλος, που συνίσταται στη γνώση της τελέσεως αξιόποινης πράξεως και του υπαιτίου αυτής, καθώς και τη γνώση ότι η συγκεκριμένη συμπεριφορά προκαλεί την απαλλαγή του και τη θέληση να προκληθεί η απαλλαγή αυτή.
Απευθυνθείτε στο δικηγορικό μας γραφείο που διαθέτει εξειδικευμένους στο Ποινικό Δίκαιο νομικούς για να πετύχετε την πλέον επιτυχή και αποτελεσματική υπεράσπισή σας σε κάθε ποινική κατηγορία που αντιμετωπίζετε και παράλληλα την διεκδίκηση αστικών αποζημιώσεων και την προσφυγή ενώπιον Διοικητικών Δικαστηρίων για την διεκδίκηση δικαιωμάτων σας κατά του Δημοσίου.
Σημειώνεται ότι βάσει του α. 82 παρ. 1 του Κώδικα Δικηγόρων (ν. 4194/2013) δεν επιτρέπεται στον δικηγόρο να παρέχει τις υπηρεσίες του χωρίς οικονομικό αντάλλαγμα. Απαντήσεις σε ερωτήματα νομικής φύσης παρέχονται μόνο κατόπιν ραντεβού.