Κλοπή από εργαζόμενο (α. 372 Π.Κ.):
Η κλοπή από εργαζόμενο αποτελεί ένα ιδιαίτερα σοβαρό ζήτημα για κάθε επιχείρηση ή οργανισμό, καθώς πλήττει άμεσα την συνέχιση της εργασιακής σχέσης.
Σύμφωνα με το άρθρο 372 του ΠΚ:
“1. Όποιος αφαιρεί ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα από την κατοχή άλλου με σκοπό να το ιδιοποιηθεί παράνομα, τιμωρείται με φυλάκιση και αν το αντικείμενο της κλοπής είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηματική ποινή.
2. Κινητό πράγμα θεωρείται κατά τον Κώδικα και η ηλεκτρική και κάθε άλλης μορφής ενέργεια”.
Άρθρο 372 – Ποινικός Κώδικας (Νόμος 4619/2019) – Κλοπή
Η κλοπή μπορεί να αφορά:
-χρηματικά ποσά (π.χ. από το ταμείο ή τα έσοδα της επιχείρησης),
-εμπορεύματα, εξοπλισμό ή αναλώσιμα.
Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, η οποία προστάτευε και προστατεύει και υπό την ισχύ του νέου Π.Κ., (με τον οποίο άλλαξε προς το ευνοϊκότερο, μόνον η ποινική μεταχείριση), το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της κλοπής απαιτείται η υπό του δράστη, με θετική ενέργεια, αφαίρεση από τη φυσική κατοχή άλλου, ξένου, ολικά ή εν μέρει, κινητού πράγματος, μη ανήκοντος κατά κυριότητα σ’ αυτόν, αυτογνωμόνως και χωρίς τη συναίνεση του έχοντος δικαίωμα ιδιοκτήμονος επ’ αυτού, με σκοπό την παράνομη ιδιοποίησή του.
Η αφαίρεση συνίσταται στην άρση της επί του κινητού πράγματος υφισταμένης ξένης κατοχής και τη θεμελίωση νέας επ’ αυτού κατοχής υπό του δράστη ή τρίτου, προς το σκοπό της παράνομης ιδιοποίησής του.
Η κατοχή λαμβάνεται όχι υπό τη νομική έννοια του αστικού δικαίου, αλλά υπό την έννοια της δυνατότητας άσκησης φυσικής και πραγματικής επί του πράγματος εξουσίας και διάθεσης αυτού, κατά τον προορισμό του, ο σκοπός δε παράνομης ιδιοποίησης ταυτίζεται με το σκοπό να έχει οριστικά το πράγμα ο υπαίτιος στην ιδιοκτησία του, δηλαδή να το οικειοποιηθεί, να το κατακρατήσει και να το διαθέτει ως κύριος (ΑΠ 224/2023, ΑΠ 117/2023, ΑΠ 31/2022).
Η αξία του αντικειμένου της κλοπής δεν αποτελεί στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασής της και εφόσον αυτή δεν χαρακτηρίστηκε ως κλοπή με αντικείμενο ιδιαίτερης μεγάλης αξίας, πράγμα του αποτελεί επιβαρυντική περίσταση του εγκλήματος αυτού και κρίνεται ανελέγκτως από το δικαστήριο της ουσίας, δεν απαιτείται ειδικότερος προσδιορισμός της αξίας του πράγματος που παράνομα αφαιρέθηκε (ΑΠ 953/2022, ΑΠ 459/2020).
Ειδικότερα, για την αξία του αντικειμένου, της κλοπής, ως ιδιαίτερα μεγάλης, κρίνει κυριαρχικά το δικαστήριο της ουσίας, καθόσον ο προσδιορισμός της αξίας ενός αντικειμένου, ως μεγάλης ή μικρής, αποτελεί ζήτημα πραγματικό και κρίνεται κυριαρχικά από το δικαστήριο της ουσίας, με βάση τις συνθήκες της αγοράς, που διαμορφώνουν κάθε φορά την αντικειμενική αξία των πραγμάτων, από την απλή συναλλακτική σύγκριση των οποίων συνάγεται περαιτέρω η ουσιαστική κρίση, αν αυτή (αξία) είναι ή όχι ιδιαιτέρως μεγάλη ή ευτελής (ΑΠ 185/2023, ΑΠ 425/2022, ΑΠ 707/2020, ΑΠ 1181/2019).
Σε περίπτωση που ένας εργαζόμενος τελέσει ποινικό αδίκημα (π.χ. κλοπή), ο εργοδότης μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση εργασίας του, χωρίς να καταβάλει αποζημίωση απόλυσης.
Εν προκειμένω εξετάζουμε την περίπτωση της κλοπής (ποινικό αδίκημα) από εργαζόμενο.
Σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 2 του β.δ. της 16/18 Ιουλίου 1920 και το άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 2112/1920 (ΦΕΚ), μπορεί ο εργοδότης να καταγγείλει χωρίς προμήνυση, δηλαδή χωρίς προειδοποίηση, τη σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου αν κατά του μισθωτού υποβλήθηκε μήνυση για αξιόποινη πράξη η οποία διαπράχθηκε κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του ή απαγγέλθηκε κατ’ αυτού κατηγορία για αδίκημα που φέρει χαρακτήρα τουλάχιστον πλημμελήματος.
Απαραίτητη προϋπόθεση για το κύρος της ως άνω καταγγελίας είναι η υποβολή της μηνύσεως ή η απαγγελία της κατηγορίας να έχει ήδη γίνει πριν από την καταγγελία.
Η αξιόποινη πράξη για την οποία υποβλήθηκε μήνυση πρέπει να έχει σχέση με την εκτέλεση της υπηρεσίας, διότι αν είναι άσχετη και απαγγέλθηκε κατά του εργαζόμενου κατηγορία, πρέπει να έχει το χαρακτήρα τουλάχιστον πλημμελήματος (AΠ 1340/2018, 930/2017, 444/2016, 991/2015) δηλαδή η αξιόποινη πράξη πρέπει να βρίσκεται σε αιτιώδη σχέση με τη σχέση εργασίας και να έχει δυσμενή επίδραση επί της ομαλής και αδιατάρακτης λειτουργίας της, δεν είναι δε αναγκαίο να προσβάλλει έννομα αγαθά (προσωπικά ή περιουσιακά) του εργοδότη, αλλά μπορεί να στρέφεται και εναντίον τρίτων, αρκεί να επηρεάζει δυσμενώς την ομαλή λειτουργία της εργασιακής σχέσης.
Εάν επακολουθήσει απαλλαγή με βούλευμα ή δικαστική απόφαση, το κύρος της καταγγελίας κατ` αρχήν δεν επηρεάζεται, αλλά ο εργαζόμενος αποκτά δικαίωμα να απαιτήσει την αποζημίωση για τη λύση της συμβάσεως.
Και μόνο εάν ο εργοδότης παραλείψει την καταβολή της αποζημίωσης μέσα σε εύλογο χρόνο από την προς αυτόν κοινοποίηση του απαλλακτικού βουλεύματος ή της δικαστικής αποφάσεως, επέρχεται εκ των υστέρων ακυρότητα της καταγγελίας και αυτός καθίσταται υπερήμερος ως εργοδότης.
Η καταγγελία της αορίστου χρόνου εργασιακής σύμβασης για τον πιο πάνω λόγο της αξιόποινης συμπεριφοράς του μισθωτού δεν υπόκειται στις διατυπώσεις του ν. 3198/1955 ούτε προσκρούει στις διατάξεις του άρθρου 281 Α.Κ. εκτός αν στην πραγματικότητα η καταγγελία της παραπάνω εργασιακής σύμβασης έγινε για λόγους που εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 281 Α.Κ. (όπως όταν η μήνυση υποβλήθηκε επίτηδες παρά το αβάσιμο της κατηγορίας και ήταν έτσι ψευδής και προσχηματική και έγινε από εκδίκηση ή εχθρότητα προς το μισθωτό ή για καταστρατήγηση των νομίμων δικαιωμάτων του), οπότε η απόλυση είναι άκυρη από τον ανεξάρτητο αυτό λόγο (ΑΠ 1230/2018, 930/2017, 444/2016, 991/2015, 2234/2013, 965/2013).
Αστικής φύσης αξιώσεις του εργοδότη σε περίπτωση κλοπής από εργαζόμενο:
Ο εργοδότης μπορεί να στραφεί κατά του εργαζομένου και με βάση τις διατάξεις περί αδικοπραξιών:
-Άρθρο 914 ΑΚ: “Όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει”.
-Άρθρο 932 ΑΚ: “Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική αυτή ικανοποίηση μπορεί να επιδικαστεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης”.
Συνεπώς, η κλοπή έχει σοβαρές συνέπειες για τον εργαζόμενο με βάση το ποινικό, εργατικό και αστικό δίκαιο.
Απευθυνθείτε στο εξειδικευμένο στο Ποινικό και Εργατικό Δίκαιο δικηγορικό μας γραφείο, για να μας αναθέσετε σχετική υπόθεσής σας είτε είστε εργοδότης- θύμα κλοπής, είτε εργαζόμενος- κατηγορούμενος για κλοπή και να λάβετε την καλύτερη δυνατή νομική αντιμετώπιση της υπόθεσής σας από δικηγόρο του γραφείου μας με παράλληλες μεταπτυχιακές σπουδές και βαθιά εξειδίκευση και στους δύο αυτούς κλάδους του δικαίου ταυτόχρονα.
Σημειώνεται ότι βάσει του α. 82 παρ. 1 του Κώδικα Δικηγόρων (ν. 4194/2013) δεν επιτρέπεται στον δικηγόρο να παρέχει τις υπηρεσίες του χωρίς οικονομικό αντάλλαγμα. Απαντήσεις σε ερωτήματα νομικής φύσης παρέχονται μόνο κατόπιν ραντεβού.